;

Τετάρτη 19 Απριλίου 2017

«Τί να τα κάνουμε τα ωραία λόγια, άν ο τάφος είναι το τέρμα, η κατάληξη όλων;»

Συζητώντας για την Ανάσταση του Χριστού

Συνέντευξη του Αρχιμ. Αμβροσίου Γκουρβέλου στο περιοδικό "Παρεμβολη" της Χριστιανικής Φοιτητικής Ένωσης.

«Παρεμβολή»: π. Αμβρόσιε, ποιο είναι ακριβώς το περιεχόμενο του γεγονότος της Ανάστασης του Κυρίου που εορτάζουμε στην εκκλησία;

«π. Ἀμβρόσιος»: Μέ τήν Ἀνάσταση τοῦ Κυρίου γιορτάζουμε τό γεγονός, ὅτι ὁ Χριστός θέλησε καί πέρασε ἀπό τό θάνατο μέ τόν Σταυρό καί νίκησε τόν θάνατο μέ τήν Ἀνάστασή Του. Γιορτάζουμε τήν νίκη τοῦ Χριστοῦ κατά τῆς ἁμαρτίας, ἡ ὁποία εἰσήγαγε τό θάνατο, πνευματικό κατ’ ἀρχήν καί σωματικό στήν συνέχεια στήν ἀνθρώπινη ζωή. Ἁμαρτία καί θάνατος εἶναι τά δύο ἀνυπέρβλητα γιά τόν ἄνθρωπο ἐμπόδια. Ὅλα τά ἄλλα θέματα καί προβλήματα μπορεῖ ὁ ἄνθρωπος νά τά νικήσει, νά τά ξεπεράσει. Κανείς ὅμως δέν εἶναι ἀναμάρτητος, οὔτε μπορεῖ νά δώσει ἄφεση ἀμαρτιῶν. Καί κανείς δέν ἔμεινε ἀθάνατος ἐπί τῆς γῆς. Ἡ ἐπιστήμη προσπαθεῖ καί στοχεύει στήν ποσοτική καί ποιοτική αὔξηση τοῦ ὁρίου ζωῆς. Ὅμως ὁ θάνατος, ὁ ἀχώριστος σύντροφός μας ἀπό τήν γέννησή μας, εἶναι δίπλα μας. Ὁ Χριστός νίκησε τήν ἁμαρτία, μέ τήν ἀναμαρτησία Του καί μέ τό Αἷμα τοῦ Σταυροῦ Του. Νίκησε καί τό θάνατο μέ τήν Ἀνάστασή Του. Ἕνωσε τά τό «πρίν διεστῶτα» ἁπλώνοντας τά χέρια Του στό Σταυρό. Τά χέρια πού ἔπλασαν τόν ἄνθρωπο κατά τή δημιουργία, προχώρησαν στήν νέα δημιουργία μέ τόν Σταυρό καί τήν Ἀνάσταση.

Ἡ Ἀνάσταση εἶναι τό πιό μεγάλο, τό πιό εὐχάριστο ἄγγελμα γιά τόν ἄνθρωπο. Ὅτι ὁ Χριστός ἔγινε ἡ ἀπαρχή τῶν κεκοιμημένων, αὐτῶν πού κοιμοῦνται καί κάποια μέρα θά ξυπνήσουν. Ὅπως ἔγινε μέ Αὐτόν ἔτσι θά γίνει καί μέ μᾶς. Εἶναι ἡ ὑπόσχεση τοῦ Χριστοῦ, ὅτι δέν χανόμαστε στόν τάφο ἀλλά θά ἀναστηθοῦμε καί θά ξανασυναντηθοῦμε. Αὐτή ἡ ὑπόσχεση τοῦ Θεοῦ μᾶς γεμίζει παρηγοριά καί προσδοκία τήν πορεία μας. Πονοῦμε ἀλλά μέ ἐλπίδα!

Δέν ἁρμόζει σέ χριστιανούς ἡ ἀπογοήτευση καί ἡ ἀπελπισία. Ὅλα τά γεγονότα, ὅλες οἱ περιπέτειες τοῦ βίου ὁρῶνται μέσα ἀπό ἕνα ἄλλο πρῖσμα, μέσα ἀπό τό φῶς τῆς Ἀναστάσεως. Τά πάντα πλέον καταυγάζονται ἀπό τό ἀναστάσιμο Φῶς. Πολύ ὄμορφα καί μέ πληρότητα τό περιγράφει ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός: «Νῦν πάντα πεπλήρωται φωτός, οὐρανός τε καί γῆ καί τά καταχθόνια, ἑορταζέτω γοῦν πᾶσα κτίσις τήν ἔγερσιν Χριστοῦ, ἐν ᾖ ἐστερέωται».

Εἶναι ἄξιο παρατηρήσεως τό γεγονός ὅτι τό θριαμβευτικό ἀπολυτίκιο τῆς Ἑορτῆς τῶν ἑορτῶν, τό «Χριστός ἀνέστη», ἄν καί τόσο σύντομο, τέσσερις φορές μιλάει γιά θάνατο, νεκρούς καί μνήματα. Ἀρχίζει μέ τό «Χριστός ἀνέστη» καί κλείνει μέ τό «ζωήν χαρισάμενος». Τό πρῶτο ἀφορᾶ τόν Χριστό, ἐνῶ τό δεύτερο ἐμᾶς ὅλους. Κι αὐτό εἶναι τό κέντρο καί τό μήνυμα τοῦ τόσο ἀγαπητοῦ αὐτοῦ ὕμνου.


«Παρεμβολή»: Γιατί ο Απόστολος Παύλος στην Α’ Προς Κορινθίους Επιστολή του (ιε’, 14) λέει ότι χωρίς την πίστη στην Ανάσταση η πίστη μας είναι κενή; Μπορεί κάποιος να πιστεύει στο Θεό, στο ευαγγελικό μήνυμα της αγάπης και της συγχωρητικότητας, αλλά όχι στην Ανάσταση του Χριστού; 

«π. Ἀ»: Ἡ Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ ἀποτελεῖ τό θεμέλιο τῆς πίστεως μας ἀλλά καί τῆς ὕπαρξης τῆς Ἑκκλησίας, ἡ ὁποία, δίχως αὐτήν, καταλήγει νά εἶναι ἕνα ἀνθρώπινο κατασκεύασμα. Ἄν ἀφαιρέσουμε τήν Ἀνάσταση ὁ Χριστιανισμός περιορίζεται σέ μιά, ἔστω ὡραία, φιλοσοφία, ἡ ὁποία ὅμως δέν ἀπαντᾶ στό ἔσχατο ἀλλά καί μεγαλύτερο ἐρώτημα καί πρόβλημα τοῦ ἀνθρώπου πού εἶναι ἡ ὑπέρβαση τοῦ θανάτου; Τί νά τά κάνουμε τά ὡραῖα λόγια, ἄν ὁ τάφος εἶναι τό τέρμα, ἡ κατάληξη ὅλων; Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος τό τονίζει καί πιό ἔντονα. Γράφει ὅτι ἄν περιορίσουμε τήν ἐλπίδα μας στά παρόντα, φθαρτά καί τρεπτά, τότε εἴμαστε οἱ πιό ἀξιοθρήνητοι τῶν ἀνθρώπων. Γιά ποιό λόγο νά ἀκολουθήσουμε τόν Χριστό καί τίς ἐντολές Του, ἄν δέν ὑπάρχει ἡ Κρίση καί ἡ αἰωνιότητα; Ἄν ὁ Χριστός δέν εἶναι Θεός, τότε ὁ ἄνθρωπος δέν σώζεται, ἀφοῦ μόνο ὁ Θεός σώζει. Ἄν ὁ Χριστός δέν εἶναι Θεός, δέν ἀναστήθηκε. Τότε ὅλα εἶναι μάταια.

Τό νά πιστεύεις στήν ἀγάπη καί τήν συγχωρικότητα εἶναι κάτι ἔμφυτο στόν ἄνθρωπο, εἶναι στοιχεῖο τῆς εἰκόνος τοῦ Θεοῦ, πού εἴμαστε ὁ καθένας ἀπό ἐμᾶς. Ὅμως ὁ ἄνθρωπος συχνά ἐπιλέγει τό μήν ἀγαπᾶ, ἐπιλέγει τό εὔκολο, τό κοντόφθαλμα συμφέρον του, συχνά κινεῖται μέ βάση τά πάθη του. Τό πολύμορφο κακό πού μᾶς περιβάλλει εἶναι ἀπόδειξη ὅλων αὐτῶν. Οἱ λεγόμενες ἀξίες τῆς χριστιανικῆς κοινωνίας μας ἔχουν καταπέσει, μπροστά στήν ἐπέλαση ἄλλων ἰδεῶν, θεωριῶν καί τρόπων ζωῆς τῆς φίλαυτης καί εὐδαιμονιστικῆς ἐποχῆς μας. Γιά παράδειγμα ἔλεγαν οἱ παλαιοί στά παιδιά τους, ὅταν ἔφευγαν ἀπό τά πατρικά τους σπίτια γιά νά ἐργαστοῦν «παιδί μου, πάντοτε νά εἶσαι τίμιος, γιατί ἡ τιμή, τιμή δέν ἔχει». Καί οἱ ἄνθρωποι ἔτσι πορεύονταν. Σήμερα οἱ ἀξίες αὐτές ἐξευτελίστηκαν καί καταπατήθηκαν, διότι ἀπωλέσθηκε ἡ μεταφυσική τούς βάση. Ὁ ἀνθρωπισμός χωρίς Θεό χρεωκόπησε. Δέν ὑπάρχει ἡθική, τουλάχιστον ὅπως τήν γνωρίζουμε στόν ἑλληνοχριστιανικό πολιτισμό, χωρίς μεταφυσική. «Χωρίς Θεό, ὅλα ἐπιτρέπονται» σημειώνει κάπου ὁ Ντοστογιέφσκυ. Καί ἔτσι εἶναι. Διότι τί θά σέ συγκρατήσει ἀπό τό κακό, ὅταν μάλιστα ἔχει διαστραφεῖ ἡ ἀτομική καί συλλογική συνείδηση; Τί θά σέ ὡθήσει νά θυσιαστεῖς, νά ἀγαπήσεις μέ ἀνιδιοτέλεια, νά ὑποχωρήσεις, νά συγχωρήσεις ἀπό τήν καρδιά σου; Ἄν δέν πιστεύεις στό Θεό, ἄν δέν πιστεύεις στήν ὕπαρξή Του καί στήν Ἀνάστασή Του, ἄν δέν πιστεύεις στή δική σου ἀνάσταση καί στήν μέλλουσα κρίση πού σέ ἀναμένει, τότε τίποτε δέν μπορεῖ νά σέ κρατήσει στήν ἀρετή σήμερα. Οἱ νόμοι ὅλο καί αὐξάνουν, διότι οἱ ἄνθρωποι ἀπιστοῦν καί ἁμαρτάνουν καί πάντα θά βρίσκουν τρόπους νά τούς παραβαίνουν. Γιά τόν χριστιανό δέν ὑπάρχει νόμος, διότι νόμος γι’ αὐτόν εἶναι ἡ φωτισμένη ἀπό τό εὐαγγελικό φῶς συνείδησή του. Ἕνας καλός ὅπως λέμε ἄνθρωπος -ὑπάρχουν καί τέτοιοι ἀκόμη-πού κάνει τό καλό ἔτσι γιά τήν συνείδησή του, εἴτε θά ὁδηγηθεῖ στόν Χριστό εἴτε θά ἐγκαταλείψει ἀργά ἤ γρήγορα τόν ἀγῶνα του. Ἡ Ἀνάσταση τοῦ Κυρίου μᾶς καλεῖ σέ ἕνα νέο σταυροαναστάσιμο τρόπο ζωῆς μέ κέντρο τήν θεία Εὐχαριστία, ὅπου κοινωνοῦμε μέ τόν Χριστό καί μεταξύ μας.

«Παρεμβολή»: Μας μιλήσατε για το θεολογικό περιεχόμενο του γεγονότος της Ανάστασης. Ο δε π. Ιουστίνος Πόποβιτς, στο βιβλίο του «Άνθρωπος και Θεάνθρωπος», αναφέρει ότι «οι άνθρωποι κατεδίκασαν τον Θεόν εις θάνατος. Ο Θεός όμως, δια της Αναστάσεώς Του, “κατεδίκασε” τους ανθρώπους εις αθανασίαν». Εύλογα όμως θα ρωτήσει κάποιος σε τι τον αφορά εκείνον προσωπικά η Ανάσταση του Χριστού, τι σημαίνει για την καθημερινότητά του και την πορεία του στον κόσμο.

«π. Ἀ»: Τά χαρίσματα τοῦ Θεοῦ εἶναι ἀμεταμέλητα, δέν τά παίρνει ὁ Θεός πίσω. Ὁ Θεός ὑποσχέθηκε στόν ἄνθρωπο τήν ἀθανασία. Ἔρχεται ὁ θάνατος διά τοῦ προπατορικοῦ ἁμαρτήματος στόν κόσμο. Ὁ θάνατος τοῦ σώματος, προκειμένου νά διακόπτεται ἡ πορεία τῆς φθορᾶς καί τοῦ κακοῦ στήν ζωή μας, «ἵνα μή τό κακόν ἀθάνατον γένηται», ὅπως σημειώνουν οἱ Πατέρες μας. Ὅμως ἡ ὑπόσχεση γιά ἀθανασία παραμένει. Τό ὅτι ἡ ψυχή τοῦ ἀνθρώπου ζεῖ, αὐτό δέν καλύπτει τό ἀρχικό σχέδιο τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ γιά τόν ἄνθρωπο. Ἡ ὀρθόδοξη θεολογία μιλᾶ γιά τό μυστήριο τῆς θείας οἰκονομίας. Αὐτό οὐσιαστικά εἶναι τό σχέδιο τοῦ Θεοῦ, μυστικό ἀρχικά γιά τούς ἀνθρώπους καί ἀνερμήνευτο γιά πάντα, νά σαρκωθεῖ ὁ Υἱός καί Λόγος τοῦ Θεοῦ, νά ζήσει ἀνάμεσά μας, νά πεθάνει, νά ἀναστηθεῖ καί νά ἀναλάβει τήν ἀνθρώπινη φύση στόν Οὐρανό. Μέσῳ αὐτῆς τῆς θείας οἰκονομίας, ὁ Θεός οἰκονομεῖ τήν ἐκπλήρωση τῆς ὑποσχέσεώς Του, ὅτι ὁλόκληρος ὁ ἄνθρωπος, σῶμα καί ψυχή θά ζήσουν αἰωνίως. Εἴτε «εἰς ἀνάστασιν ζωῆς εἴτε εἰς ἀνάστασιν κρίσεως», πάντως ἀναστημένοι, ὁλόκληροι δηλαδή σωσμένοι. Ἡ πραγματικότητα τῆς ἀναστάσεως τῆς ἀνθρώπινης φύσης ἑνωμένης στό Πρόσωπο τοῦ Ἀναστάντος Χριστοῦ, θά ἐπιβεβαιωθεῖ τήν ἡμέρα τῆς κοινῆς ἀνάστασης ὅλων τῶν ἀνθρώπων, στό πρόσωπο τοῦ κάθε ἀνεξαιρέτως ἀνθρώπου. Ὅλοι θά ἀναστηθοῦμε, βεβαίως δέν θά ἀναληφθοῦμε ὅλοι. Αὐτό στήν καθημερινότητά μας σημαίνει, ὅτι ἡ ζωή μας κινεῖται σέ δύο ἐπίπεδα. Αὐτό πού διά τῶν αἰσθήσεων ζοῦμε καί κινούμαστε ἀλλά καί τό ὑπεραισθητό, αὐτό πού πορευόμαστε καί ἀνήκουμε. «Οὐ γὰρ ἔχομεν ὧδε μένουσαν πόλιν, ἀλλὰ τὴν μέλλουσαν ἐπιζητοῦμεν» (Ἑβρ. 13,14) μᾶς ὑπενθυμίζει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος. Ὁ ἄνθρωπος εἶναι μικρογραφία τοῦ σύμπαντος κόσμου, διότι μέσα μας συνυπάρχει τό ὁρατόν καί τό ἀόρατον, γῆ καί οὐρανός. Ἑπομένως κάθε πτυχή τῆς ζωῆς μας, ὀφείλει νά φωτίζεται ἀπό τό ἀναστάσιμο Φῶς καί ἀπό τήν ἀκράδαντη πίστη μας, ὅτι εἴμαστε αἰώνιοι, ἀθάνατοι.

«Παρεμβολή»: Σε μια εποχή εξορθολογισμού και τεχνοκρατισμού, πόσο εύκολο είναι να πιστέψει κάποιος ότι μετά το τέλος των βιολογικών του λειτουργιών θα εγερθεί εκ των νεκρών και θα έχει ζωή αιώνιο; Εσείς, ως ποιμένας, πώς θα μιλούσατε σήμερα σε έναν νέο που διακατέχεται από το πνεύμα της εποχής, έχει ωστόσο, την καλή διάθεση να ακούσει τον εκκλησιαστικό λόγο και το μήνυμα της Αναστάσεως που αυτός κομίζει;

«π. Ἀ»: Συνεχίζοντας ὅσα εἶπα στήν προηγούμενη ἐρώτησή σας, ἀκριβῶς αὐτό θέλω νά ὑπογραμμίσω. Ὅτι ἡ Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ ἀποτελεῖ γεγονός πίστης. Ἄν δέν πιστεύεις στόν ζῶντα Θεό, τότε δέν πιστεύεις στή ζωή Του, στά λόγια Του, στήν ὑπόσχεσή Του, ὅτι ὅπως Αὐτός πέθανε ἀλλά ἀναστήθηκε, ἔτσι καί ἐμεῖς θά πεθάνουμε ἀλλά σίγουρα θά ἀναστηθοῦμε. Στό Σύμβολο τῆς Πίστης τό «πιστεύω» ὑπάρχουν μόνο τρία ρήματα, πιστεύω, ὁμολογῶ καί προσδοκῶ. Ἄν πιστεύεις στό Θεό, ὅτι εἶναι πατέρας καί παντοκράτορας καί δικός σου ποιητής ἀλλά καί τοῦ κόσμου ὁλάκερου, τότε τόν ὁμολογεῖς μέ τήν ζωή σου ἅπασα, προσδοκώντας τήν ἀνάστασή σου. Δέν εἶναι τυχαῖο τό ρῆμα «προσδοκῶ» ἀνάστασιν νεκρῶν. Δέν λέμε ἐλπίζω, πού σημαίνει κάτι πού ἐνδεχομένως καί νά μήν γίνει, ἀλλά προσδοκῶ, δηλαδή ἀναμένω κάτι τό σίγουρο. Τό μήνυμα τῆς Ἀνάστασης ἀλλά καί γενικώτερα τῆς ἐν Χριστῷ ζωῆς διαχρονικῶς ἦταν δύσκολο γιά τούς ἀνθρώπους καί ἑπομένως καί γιά τόν σύγχρονο ἄνθρωπο. Τά αἴτια τῆς ἀπιστίας ἤ ἀδιαφορίας εἶναι κυρίως ἠθικά. Ἡ ἀποδοχή τῆς χριστιανικῆς πίστης καί ἐν συνεχείᾳ τῆς δικῆς σου ἀθανασίας, συνεπάγεται πνευματικό ἀγῶνα καί θυσίες, πρᾶγμα ἀνεπιθύμητο γιά τόν νωθρό ἐσωτερικά καί συχνά καί ἐξωτερικά σύγχρονο ἄνθρωπο. Οἱ νέοι ὑποφέρουν σήμερα ἀπό νόημα ζωῆς. Εἶναι θύματα τῆς γενιᾶς τῶν γονέων τους, πού ἀρνήθηκαν τόν Χριστό καί τίς ἑλληνορθόδοξες ρίζες μας, στό βωμό ἑνός ἐκσυγχρονισμοῦ καί μιᾶς εὐδαιμονίας, πού μᾶς ὁδήγησε στήν σημερινή γεμάτη ἀπελπισία ἐποχή μας. Τίς προηγούμενες δεκαετίες οἱ ἄνθρωποι τοῦ λεγόμενου πολιτισμένου κόσμου ἀποκόπηκαν ἀπό τίς χριστιανικές τους ρίζες καί τώρα μέ τήν κρίση, πού μᾶς τράβηξαν τό χαλάκι ἀπό τά πόδια μας, βρεθήκαμε νά τρικλίζουμε, νά ψάχνουμε βηματισμό νά πορευθοῦμε. Οἱ αὐτοκτονίες ἀλλά καί οἱ ἀργοί θάνατοι ἔχουν αὐξηθεῖ. Οἱ νέοι τό βιώνουν πάντοτε πιό ἔντονα τό κάθε πρόβλημα. Χάσαμε τήν δύναμή μας, τήν προθυμία νά ζοῦμε καί νά χαιρόμαστε αὐτή τήν ζωή, πού καί αὐτή εἶναι δῶρο τοῦ Θεοῦ. Ὅσο καί νά θέλουμε νά πείσουμε τόν ἑαυτό μας, ὅτι δέν ὑπάρχει ἄλλη ζωή, ὅλα ἔρχονται νά μᾶς διαψεύσουν. Τό ξύπνημα τῆς φύσης τήν ἄνοιξη, ἡ ἔγερσή μας κάθε πρωί ἀπό τόν μικρό θάνατο τοῦ ὕπνου, ἡ ἀπέχθεια καί ἡ ἀποστροφή μας στό θάνατο, τό ἀσυμβίβαστό μας μέ τήν πολυποίκιλη κακία τοῦ κόσμου τούτου, εἶναι πραγματικότητες πού δέν μποροῦμε νά ἀγνοήσουμε, ὅσο καί νά προσπαθήσουμε, ὅλοι μας, ἑπομένως καί οἱ νέοι. Ἐπιπλέον γιά μᾶς τούς Ὀρθοδόξους ἡ ὕπαρξη τῶν ἀφθάρτων ἁγίων λειψάνων, ἡ μυροβλησία τους, ἡ ἀφθαρτοποίηση τοῦ ἁγιασμοῦ ἀλλά καί ἡ ἐμπειρία τῆς ἐσωτερικῆς μας ἀνάστασης μέσα στό Μυστήριο τῆς Ἐξομολογήσεως, εἶναι ἀνοίγματα τοῦ Οὐρανοῦ, μιᾶς ἄλλης βιοτῆς, στόν χωρίς ἐλπίδα σύγχρονο ἄνθρωπο.

Τώρα γιά τό πῶς, ὡς ποιμένας, θά μιλήσω γιά ὅλα αὐτά στούς νέους ἀνθρώπους, ἁπλᾶ νά σᾶς πῶ, ὅτι δέν χρειάζεται νά κάνω κάτι ἰδιαίτερο. Τούς φέρνει ὁ Θεός κοντά Του καί κοντά μας. Ἡ Χάρη Του βρίσκει δρόμους στά ἀδιέξοδα καί τούς πληροφορεῖ μυστικά, βιωματικά «ὅτι ἀνέστη ὁ Κύριος ὄντως!» (Λουκ. 24,34). Ἐμεῖς ὡς κληρικοί ὀφείλουμε, ἄν δέν ἔχουμε ἁγιότητα, νά ἔχουμε μετάνοια, ταπείνωση, αὐτομεμψία, εἰλικρίνεια καί νά ἐργαζόμαστε πνευματικά στόν ἑαυτό μας, προκειμένου νά μήν ἐμποδίσουμε τό ἔργο τῆς σωτηρίας τῶν ἀνθρώπων μέσα στήν Ἐκκλησία. Νά σᾶς πῶ καί κάτι ἄλλο, ἀπό μικρή ἐμπειρία καί χωρίς διάθεση κάποιας μορφῆς λαϊκισμοῦ πρός ἐσᾶς τούς νέους. Περισσότερο μέ ἀνησυχοῦν καί μέ δυσκολεύουν οἱ μεγαλύτεροι ἡλικιακά ἄνθρωποι, διότι ἔχουν παγιωθεῖ κάτα κάποιο τρόπο στά λάθη τους, ἔχουν ἀγαπήσει ἤ ἔστω συνηθίσει τά πάθη τους καί ἀπό τόν Ἱερέα δέν ζητοῦν τήν ἐν Χριστῷ μεταμόρφωση ἀλλά ἀπενοχοποίηση καί δικαίωση. Τούς καταλαβαίνω, διότι στό ἴδιο καζάνι βράζω. Δέν εἶναι εὔκολο ὅταν μεγαλώνεις, νά πεῖς ὅτι τά ἔχεις κάνει θάλασσα ἤ ὅτι εἶσαι ἀκόμη στό νηπιαγωγεῖο τῆς πνευματικῆς ζωῆς. Ἴσως οἱ μεγαλύτεροι ἄνθρωποι ἔχουν πιό μεγάλη ἀνάγκη. Εἶναι καί πιό κοντά στό θάνατο καί τούς πειρασμούς του.

«Παρεμβολή»: Μέσα στην Ακολουθία της Αναστάσεως υπάρχει πολύ έντονο το μήνυμα της χαράς. Πώς μπορεί ο άνθρωπος να γίνει μέτοχος της αναστάσιμης χαράς και να τη βιώνει διαρκώς τη στιγμή που ο πόνος, η θλίψη και οι δυσκολίες είναι «ζυμωμένες» με την ανθρώπινη ύπαρξη;

«π. Ἀ»: Ἡ ἀναστάσιμη χαρά εἶναι συνάρτηση τῆς ἐσωτερικῆς εἰρήνης. Ὁ συνήθης χαιρετισμός τοῦ Ἀναστάντος Κυρίου ἦταν τό «εἰρήνη ὑμῖν». Γιά νά ἀποκτήσεις τήν εἰρήνη, πρέπει νά ζεῖς σύμφωνα μέ τίς προδιαγραφές τῆς ὕπαρξής σου, αὐτές πού ἔθεσε στήν ζωή σου ὁ Δημιουργός σου. Τότε ζεῖς κατά φύσιν καί εἰρηνεύεις ἐντός σου καί γύρω σου. Ὁ Δημιουργός σου εἶναι Ἀγάπη καί ὁ δρόμος σου εἶναι ἕνας, νά ἀγαπήσεις τόν Δημιουργό σου. Ὅμως ἡ ἀγάπη προϋποθέτει θυσία καί ἡ θυσία αἷμα. Ἔτσι μᾶς δίδαξε ὁ Κύριός μας. Ὅτι «διά τοῦ Σταυροῦ ἦλθε ἡ χαρά ἐν ὅλῳ τῷ κόσμῳ». Ὁ Χριστός παρήγγειλε στούς μαθητές Του, νά μεταβοῦν στήν Γαλιλαία καί ἐκεῖ θά Τόν ἔβλεπαν. Αὐτό σημαίνει, ὅτι γιά νά δεῖς τόν Ἀναστημένο Θεό, νά χαρεῖς τήν παρουσία Του, πρέπει νά ὑπακούσεις, νά ὁδοιπορήσεις δηλαδή κουραστεῖς καί νά ἐπανεύρεις τήν κλήση τοῦ Θεοῦ μέσα σου, ἀναζωπυρώνοντας αὐτό τό χάρισμα. Στήν Γαλιλαία κάλεσε τούς Μαθητές Του καί ἐκεῖ τούς ξανανταμώνει. Τό πρόβλημα σήμερα εἶναι, ὅτι ζοῦμε σέ ἕνα μολυσμένο πνευματικό περιβάλλον, πού ὅλους μᾶς ἐπηρεάζει. Ἔχουμε μπερδέψει τήν ἡδονή μέ τήν χαρά καί ἔχουμε ταυτίσει τήν θυσία μέ τήν δυστυχία. Ἡ χαρά τῆς Ἀναστάσεως βιώνεται διαρκῶς μέσα στό σῶμα τοῦ Χριστοῦ, τήν Ἐκκλησία, διά τῶν ἱερῶν Μυστηρίων καί τοῦ πνευματικοῦ καθημερινοῦ ἀγῶνος. Δέν ὑπάρχει ἄλλος δρόμος, γιά νά βροῦμε χαρά καί νόημα στή ζωή αὐτή καί προοπτική αἰώνιας ζωῆς.

Επιμέλεια: Παναγιώτης Φαραντάτος